Επανέκφραση (Redenomination)

Επανέκφραση είναι η μείωση της ονομαστικής αξίας ενός νομίσματος στην οποία προχωράει η κεντρική τράπεζα μιας χώρας εξαιτίας του υπερπληθωρισμού και της υποτίμησης του, χωρίς να αλλάξει την συναλλαγματική ισοτιμία του.

Παράδειγμα:
Το βουλγαρικό λεβ επανεκφράστηκε εξαιτίας του πληθωρισμού που υπήρχε στο τέλος του Β’ παγκοσμίου πολέμου. Μετά την επανέκφραση ένα καινούριο λεβ ήταν ίσο με 100 παλιά. Το λεβ επανεκφράστηκε τρεις φορές κατά τον εικοστό αιώνα.

Δυνατότητα επανέκφρασης είχαν και οι ευρωπαϊκές χώρες που συμμετείχαν στη μεταβατική περίοδο της μετάβασης από τα εθνικά νομίσματα στο ευρώ την περίοδο 1/1/1999 έως 31/12/2001.

Η μεταβολή της ονομαστικής αξίας ενός νομίσματος σε συνδυασμό με την αλλαγή της συναλλαγματικής του ισοτιμίας ονομάζεται ανατίμηση /υποτίμηση (revaluation/devaluation) κι όχι επανέκφραση (redenomination).