Ειδικός διαπραγματευτής είναι μια εταιρεία, μια τράπεζα ή ένα άτομο που, για συγκεκριμένες μετοχές, εισάγει εντολές αγοράς και πώλησης σε συστηματική βάση με σκοπό να αποκομίσει κέρδη από τη διαφορά (premium) μεταξύ τους.
Οι ειδικοί διαπραγματευτές έχουν την υποχρέωση να αγοράζουν ή να πουλάνε μετοχές ανεξάρτητα από το αν έχουν ή δεν έχουν βρει πελάτες. Εάν δεν υπάρχουν παραγγελίες, οι μετοχές αποτελούν μέρος των αποθεμάτων του ειδικού διαπραγματευτή.
Καθώς οι ειδικοί διαπραγματευτές αναλαμβάνουν τον κίνδυνο οι τίτλοι που έχουν στην κατοχή τους να χάσουν σε αξία πριν καταφέρουν να βρουν αγοραστή, προσπαθούν να βγάλουν κέρδη από το spread μεταξύ τιμής αγοράς και πώλησης, ως αποζημίωση.
Οι ειδικοί διαπραγματευτές είναι πολύ σημαντικοί για τη διατήρηση της ρευστότητας και της αποτελεσματικότητας των συγκεκριμένων χρεογράφων που διαπραγματεύονται καθώς είναι έτοιμοι να αγοράσουν ή να πουλήσουν μετοχές οποιαδήποτε ώρα είναι ανοιχτές οι αγορές σε οποιαδήποτε δημόσια διατυπωμένη τιμή.
Οι μετοχές που διαπραγματεύονται στον NASDAQ και over-the-counter (OTC) εξαρτώνται αποκλειστικά από το σύστημα των ειδικών διαπραγματευτών για τη δημιουργία ομαλών συνθηκών στην αγορά, αν και τα περισσότερα χρηματιστήρια λειτουργούν βάση του “matched bargain” οπότε δεν είναι αναγκαία η ύπαρξη επίσημων ειδικών διαπραγματευτών.
Σε ένα matched bargain σύστημα, όταν η προσφορά ενός αγοραστή συμφωνήσει με την προσφορά ενός πωλητή (ή αντιστρόφως) το σύστημα του χρηματιστηρίου κλείνει αυτόματα μία συναλλαγή μεταξύ των δύο μερών.
Παράδειγμα:
Στο χρηματιστήριο του Λονδίνου, υπάρχουν επίσημοι ειδικοί διαπραγματευτές για πολλά χρεόγραφα, αλλά όχι για μετοχές μεγάλων εταιριών που διαπραγματεύονται συνεχώς χρησιμοποιώντας ένα αυτόματο σύστημα.