FIFO είναι μια λογιστική μέθοδος προσδιορισμού του κόστους πωληθέντων και της αξίας των αποθεμάτων σε μια επιχείρηση.
Σύμφωνα με τη μέθοδο FIFO, το απόθεμα μιας εταιρείας αποτιμάται με βάση την υπόθεση ότι τα πρώτα εμπορεύματα που αγοράστηκαν είναι και τα πρώτα που θα πωληθούν.
Δηλαδή, τα παλαιότερα αγαθά που βρίσκονται στην αποθήκη είναι και τα πρώτα που θα εξέλθουν από αυτή, όπως προκύπτει και από το όνομα First In – First Out.
Παράδειγμα:
Έστω ότι στην αρχή της λογιστικής χρήσης μία επιχείρηση έχει στην κατοχή της 20 οθόνες αξίας 150€ ανά μονάδα.
Κατά τη διάρκεια της χρήσης:
- Αγοράζει μετρητοίς 100 οθόνες κόστους 175€/μονάδα
- Πουλάει σε πελάτη μετρητοίς 60 οθόνες προς 190€/μονάδα
Για να προσδιοριστεί το κόστος των εμπορευμάτων που πλήρωσε η επιχείρηση θα πρέπει να προσδιοριστεί ποιας αγοράς το τιμολόγιο θα χρησιμοποιηθεί για να υπολογιστεί το κόστος των 60 οθονών που πωλήθηκαν.
Έστω ότι το κόστος των 60 οθονών υπολογίζεται με βάση το τιμολόγιο αγοράς του αρχικού αποθέματος των 150€/μονάδα, κι επειδή το αρχικό απόθεμα των 20 οθονών δεν επαρκεί για να καλύψει την ζητούμενη ποσότητα της πρώτης πώλησης, το κόστος των υπόλοιπων 40 οθονών υπολογίζεται με βάση το τιμολόγιο της πρώτης αγοράς.
Επομένως το κόστος των 60 οθονών με τη μέθοδο F.I.F.O. ανέρχεται σε 10.000€ (=20 οθόνες * 150€ + 40 οθόνες * 175€) και το συνολικό κόστος των υπόλοιπων 60 οθονών ανέρχεται σε 10.500€ (=60 οθόνες *175€)
Το αντίθετο της μεθόδου FIFO είναι η μέθοδος αποτίμησης LIFO.
Για περισσότερες πληροφορίες πάνω στις μεθόδους αποτίμησης δείτε τον ορισμό “Κόστος Πωληθέντων”