Μόχλευση είναι η πρακτική του πολλαπλασιασμού της επιρροής ενός χρηματικού ποσού μέσω της χρήσης διαφόρων χρηματοπιστωτικών προϊόντων ή δανειακών κεφαλαίων για να αυξηθεί η δυνητική απόδοση μιας επένδυσης.
Παράδειγμα:
Έστω ότι η τιμή μιας μετοχής ΑΒΓ αξίζει 50€ και το δικαίωμα αγοράς μιας μετοχής ΑΒΓ (call option) 5€. Αν ένας επενδυτής θέλει να επενδύσει 1.000€ θα μπορούσε να αγοράσει μόλις 20 μετοχές, ενώ αντίθετα αν χρησιμοποιήσει τη μόχλευση που του προσφέρουν τα δικαιώματα προαίρεσης, μπορεί να αγοράσει 200 call options και να ελέγχει 200 μετοχές με το ίδιο ακριβώς κεφάλαιο.
Χρηματοοικονομική μόχλευση είναι και ένας δείκτης (ratio) ο οποίος εκφράζει το χρέος μιας επιχείρησης ως ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου. Υποδεικνύει δηλαδή τον βαθμό κατά τον οποίο ένας επενδυτής ή μια εταιρία χρησιμοποιεί το χρήμα που έχει δανεισθεί.
Άλλες αναλογίες είναι το χρέος προς όλα τα στοιχεία του Ενεργητικού ή το μακροπρόθεσμο χρέος προς το μακροπρόθεσμο κεφάλαιο της επιχείρησης, το οποίο δείχνει το ποσό του χρέους που χρησιμοποιείται για τη χρηματοδότηση των περιουσιακών στοιχείων μιας επιχείρησης.
Υψηλή μόχλευση υπάρχει όταν το χρέος είναι μεγάλο σε σχέση με το Ενεργητικό ή με τα ιδία κεφάλαια, ενώ όσο μεγαλύτερη είναι η αναλογία τόσο μεγαλύτερη είναι η χρηματοοικονομική μόχλευση της επιχείρησης.
Οι εταιρίες που παρουσιάζουν μεγάλο βαθμό μόχλευσης αντιμετωπίζουν υψηλότερο κίνδυνο χρεοκοπίας εάν βρεθούν σε αδυναμία αποπληρωμής των χρεών τους, ωστόσο παράλληλα μπορούν να αυξήσουν την απόδοση των μετοχών και συνήθως απολαμβάνουν φορολογικά πλεονεκτήματα που συνδέονται με το δανεισμό.
Παράδειγμα:
Έστω δύο εταιρίες Α και Β με κέρδη 10 εκατομμυρίων η κάθε μία. Η Α χρησιμοποίησε κατά την παραγωγική διαδικασία μόνο ιδία κεφάλαια ύψους 100 εκατομμυρίων, ενώ η Β χρησιμοποίησε 10 εκατομμύρια ιδία κεφάλαια και 90 εκατομμύρια από δάνειο.Παρ’ όλο που και οι δύο εταιρίες εμφάνισαν ακριβώς τα ίδια κέρδη η Α έχει απόδοση ιδίων κεφαλαίων (ROE) 10/100=10% ενώ η Β 10/10=100% (το ROE λαμβάνει υπόψη μόνο ιδία κεφάλαια και όχι χρέος). Έτσι η Β παρουσιάζει μια καλύτερη εικόνα για τους επενδυτές και τους μετόχους της.
Αν μια εταιρεία μπορεί να πάρει δάνειο με χαμηλότερο επιτόκιο από το ποσοστό απόδοσης των επενδύσεών της (ROI), θα μπορούσε να αυξήσει το ROE της.
Μία υψηλή απόδοση ιδίων κεφαλαίων επιτρέπει σε μια εταιρεία να επενδύσει μικρότερο μέρος των κεφαλαίων της για να επιτύχει τους στόχους ανάπτυξης απ’ ότι θα χρησιμοποιούσε αν η απόδοση ιδίων κεφαλαίων της ήταν χαμηλότερη.
Αυτό αφήνει την εταιρία με επιπλέον διαθέσιμο κεφάλαιο, το οποίο μπορεί να το διαθέσει είτε για την επαναγορά μετοχών είτε για την πληρωμή επιπλέον μερισμάτων.