Ομόλογα είναι μακροπρόθεσμα χρεόγραφα που εκδίδονται είτε από το Δημόσιο είτε από ιδιωτικούς οργανισμούς (πχ τράπεζες, επιχειρήσεις κλπ), και χρησιμοποιούνται για το δανεισμό κεφαλαίων από το επενδυτικό κοινό.
Στις περισσότερες χώρες του κόσμου υπάρχουν καλά οργανωμένες δευτερογενείς αγορές για τα χρεόγραφα αυτά, γεγονός που προσθέτει σημαντική ρευστότητα στην αγορά και τα κάνει ακόμα πιο ελκυστικά στον επενδυτή.
Οι κοινές ομολογίες θεωρούνται επενδύσεις σταθερού εισοδήματος διότι ο εκδότης του ομολογιακού δανείου έχει αναλάβει την υποχρέωση (νομική δέσμευση) να καταβάλει στο τέλος κάθε χρονικής περιόδου ένα συγκεκριμένο χρηματικό ποσό για όλη τη διάρκεια ζωής του αξιογράφου. Το συγκεκριμένο χρηματικό ποσό είναι ο τόκος.
Ο εκδότης των ομολόγων αναλαμβάνει την υποχρέωση να εξυπηρετήσει πρώτα τις νόμιμες απαιτήσεις των ομολογιούχων (καταβολή των τόκων και επιστροφή του αρχικού κεφαλαίου κατά τη λήξη της ομολογίας) ανεξάρτητα από το επίπεδο κερδών της επιχείρησης και μετά να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις των μετόχων.
Μέχρι πρόσφατα τα ομόλογα ήταν χρηματοοικονομικά προϊόντα με σχετικά εύκολη αποτίμηση και θεωρούνταν επενδύσεις χαμηλού κινδύνου και απόδοσης, επειδή η διάρκεια ζωής τους ήταν δεδομένη και επειδή συνήθως ήταν σταθερού επιτοκίου. Όμως τα τελευταία χρόνια δημιουργήθηκαν νέα πολύπλοκα επενδυτικά προϊόντα βασισμένα στα ομόλογα κι επειδή τα επιτόκια είναι πολύ πιο μεταβλητά από ότι παλαιότερα, η αποτίμηση των ομολόγων είναι πλέον δύσκολη υπόθεση.
Τα ομόλογα είναι πολύ σημαντικά προϊόντα της κεφαλαιαγοράς διότι δίνουν την ευκαιρία σε έναν επενδυτή να κερδίσει σταθερές αποδόσεις με σχετικά μικρό ή μηδενικό κίνδυνο απώλειας του αρχικού κεφαλαίου, αλλά ταυτόχρονα δίνουν και τη δυνατότητα πολύ υψηλών αποδόσεων για αυτούς που είναι διατεθειμένοι να κερδοσκοπήσουν πάνω στη μεταβολή των επιτοκίων.
Παράδειγμα:
Τα τοκομερίδια ενός τυπικού ομολόγου είναι συνήθως υψηλότερα από τα μερίσματα μετοχών, ενώ αν τα επιτόκια πέσουν μετά από την αγορά ενός ομολόγου δίνεται η δυνατότητα στον επενδυτή να πραγματοποιήσει σημαντικά κεφαλαιακά κέρδη πουλώντας τα στη δευτερογενή αγορά.
Οι ομολογίες είναι πιστοποιητικά χρέους με διάρκεια ζωής συνήθως μεγαλύτερη από ένα έτος ενώ τα ομόλογα έχουν μικρότερη διάρκεια ζωής.
Χαρακτηριστικά ομολόγων
1) Ονομαστική αξία (par ή face value)
2) Επιτόκιο Έκδοσης (coupon rate)
Υπάρχουν ομόλογα σταθερού επιτοκίου (fixed rate bond), δηλαδή ομόλογα που πληρώνουν το ίδιο τοκομερίδιο σε όλη την διαρκή της ζωής τους, και ομόλογα μεταβλητού ή κυμαινόμενου επιτοκίου (adjustable, variable rate bond), δηλαδή ομόλογα των οποίων το επιτόκιο μεταβάλλεται κατά την διάρκεια της ζωής τους σύμφωνα με κάποιο άλλο βασικό επιτόκιο.
Για παράδειγμα τα γραμμάτια κυμαινόμενου επιτοκίου, είναι γραμμάτια τα οποία έχουν ένα επιτόκιο το οποίο δεν είναι σταθερό αλλά κυμαίνεται ανάλογα με τα επιτόκια της αγοράς. Το ποσό του τοκομεριδίου κάθε γραμματίου κυμαινόμενου επιτοκίου θα είναι συνδεδεμένο με ένα επιτόκιο αναφοράς, δηλαδή ένα βραχυπρόθεσμο επιτόκιο της αγοράς.
Παράδειγμα:
Ένα συνηθισμένο επιτόκιο αναφοράς είναι το LIBOR: ένα γραμμάτιο κυμαινόμενου επιτοκίου μπορεί να εκδοθεί με επιτόκιο UBOR+0,1%. Αυτό σημαίνει ότι ο εκδότης θα πληρώνει στον κάτοχο τοκομερίδια 0,1% πάνω από το εκάστοτε επιτόκιο LIBOR.Το ποσοστό μεταξύ του επιτοκίου του τοκομεριδίου και του επιτοκίου αναφοράς είναι το λεγόμενο περιθώριο (margin).
Επίσης υπάρχουν ομόλογα που δεν έχουν περιοδικές πληρωμές τόκων, τα ομόλογα μηδενικού τοκομεριδίου, όπως είναι πχ τα Έντοκα Γραμμάτια Δημοσίου.
3) Συχνότητα τοκομεριδίου (coupon frequency)
Τα τοκομερίδια καθορίζονται από το επιτόκιο έκδοσης και η συχνότητα πληρωμής τους διαφέρει από έκδοση σε έκδοση.
Παράδειγμα:
Τα τοκομερίδια σε κρατικά ομόλογα συνήθως πληρώνονται μία φορά τον χρόνο, εκτός των τοκομεριδίων ομολογιών Η.Π.Α. όπου η πληρωμή γίνεται δύο φορές το χρόνο.
4) Ωρίμανση (maturity)
5) Τιμή διαπραγμάτευσης (market price)
Μετά την αρχική έκδοση ενός ομολόγου, το ομόλογο θα διαπραγματεύεται συνήθως στη δευτερογενή αγορά. Η τιμή διαπραγμάτευσης στην δευτερογενή αγορά μπορεί να είναι μεγαλύτερη (άρα το ομόλογο διαπραγματεύεται υπέρ το άρτιο, με premium) ή και μικρότερη (άρα το ομόλογο διαπραγματεύεται υπό το άρτιο, με discount) από την ονομαστική αξία του ομολόγου, ανάλογα με την πορεία των επιτοκίων.
Παράδειγμα:
Έστω ομόλογο Χ που εκδόθηκε για πρώτη φορά πέρυσι με επιτόκιο 7%. Φέτος ομόλογα με τα ίδια χαρακτηριστικά με το Χ (π.χ. από τον ίδιο οργανισμό, ίδιας διάρκειας, ιδίου κινδύνου, κ.λ.π) έχουν επιτόκιο 10% λόγω αύξησης των επιτοκίων στην αγορά.
Ένας επενδυτής στην δευτερογενή αγορά θα αγοράσει το ομόλογο Χ μόνον εάν η τιμή του έχει πέσει έτσι ώστε να προσφέρει την ίδια απόδοση με τα καινούρια ομόλογα. Έτσι το Χ θα πωλείται με discount. Το αντίστροφο μπορεί να συμβεί με εάν τα επιτόκια στην αγορά έχουν μειωθεί και το Χ θα πωλείται με premium.
Είδη ομολόγων
Ενυπόθηκο ομόλογο (mortgage bond)
Ομόλογο χωρίς εξασφαλίσεις (debenture)
Ανακλητό ομόλογο (callable bonds)
Πρόβλεψη για τοκοχρεολυτικό κεφάλαιο (sinking fund provision)
Μετατρέψιμο ομόλογο (convertible bond)
Ομόλογα μηδενικού τοκομεριδίου (zero-coupon bonds/zeros)
Κίνδυνοι ομολόγων
Παρόλο που τα ομόλογα είναι λιγότερο επικίνδυνα από τις μετοχές, δεν είναι και εντελώς ακίνδυνα για τον επενδυτή. Οι σημαντικότερες πηγές κίνδυνου για τα ομόλογα είναι:
-
- επιτοκιακός κίνδυνος (interest rate risk)
- κίνδυνος πτώχευσης (default risk)
- κίνδυνος επανεπένδυσης (reinvestment rate risk)
- κίνδυνος του προνομίου ανάκλησης (call risk), σε περίπτωση που ανακληθεί το ομόλογο σε περίοδο πτώσης των επιτοκίων
- πιστωτικός κίνδυνος (credit risk)
- πληθωριστικός κίνδυνος (inflation risk), που επηρεάζει το επιτόκιο και τις τιμές
- κίνδυνος ρευστότητας (liquidity risk)
Αποδόσεις και κίνδυνος επιτοκίων
Έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου
Ομόλογα Δημοσίου
Εταιρικά / Εμπορικά ομόλογα
Μετοχές
Warrants
Options
Futures – Forwards