Area development method είναι μια μέθοδος ανάπτυξης δικαιόχρησης (franchise) η οποία εξασφαλίζει το δικαίωμα σε έναν δικαιοδόχο (franchisee) να ανοίξει και να αναπτύξει ένα συγκεκριμένο αριθμό καταστημάτων μέσα σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, στα πλαίσια μιας δεδομένης γεωγραφικής περιοχής, όπου του έχουν χορηγηθεί αποκλειστικά δικαιώματα.
Συνήθως ένα χρονοδιάγραμμα καθορίζει το πόσες μονάδες θα πρέπει να λειτουργήσουν εντός της χρονικής περιόδου, ενώ εξασφαλίζεται ότι δεν έχουν δικαίωμα δραστηριοποίησης στην περιοχή άλλοι franchisees.
Ο δικαιοδόχος (franchisee) δίνει μια αμοιβή στον δικαιοπάροχο (franchisor) γι’ αυτή την αποκλειστικότητα, ενώ αν αποτύχει να ακολουθήσει το χρονοδιάγραμμα, μπορεί να αντιμετωπίσει οικονομικές κυρώσεις, να χάσει την αποκλειστικότητα που έχει ή ακόμα και να ακυρωθεί η συμφωνία του με τον franchisor.
Μόλις διασφαλιστεί η επιτυχής καθιέρωση του franchise, οι αμοιβές (franchise fees) και η καταβολή δικαιωμάτων εκμετάλλευσης (royalty payments) μπορεί να μειωθούν για τον area developer.
Οι συμφωνίες ανάπτυξης περιοχής (area development agreements) επιτρέπουν επίσης στον δικαιοπάροχο (franchisor) μια πιο άμεση σχέση με τα καταστήματα του franchise αφού είναι ευκολότερο να επικοινωνεί με ένα άτομο που θα ανοίξει 10 καταστήματα, παρά με 10 ανεξάρτητους franchisees.
Επιπλέον, οι area developers, εκμεταλλευόμενοι την υπάρχουσα δραστηριότητα τους, έχουν καλύτερη γνώση της αγοράς και της περιοχής στην οποία δραστηριοποιούνται. Αυτό οδηγεί σε μεγαλύτερη διείσδυση στο καταναλωτικό κοινό με μικρότερη ανάγκη υποστήριξης σε σχέση με μεμονωμένους franchisees.
Καθώς επεκτείνει το franchise, o area developer συνήθως προσλαμβάνει υποστηρικτικό προσωπικό για την λειτουργία κάθε καταστήματος, ώστε να μπορεί να επιβλέπει και τα υπόλοιπα σε υψηλότερο επίπεδο.