Αγορά χρήματος / Χρηματαγορά είναι μία αγορά χρεογράφων που αποτελούν στενά υποκατάστατα του χρήματος.
Βασικά χαρακτηριστικά τους είναι:
- ο βραχυπρόθεσμος χαρακτήρας τους, κάτω του 1 έτους, σε αντίθεση με τις κεφαλαιαγορές
- ο μεγάλος όγκος συναλλαγών
- η υψηλή ρευστότητα και
- ο εξαιρετικά μικρός κίνδυνος.
Η αγορά χρήματος είναι δηλαδή ένα δίκτυο πιστωτικών οργανισμών μέσω του οποίου συναντώνται οι οικονομικές μονάδες για να συνάψουν συμβόλαια για δάνεια.
Οι κύριοι εκδότες των χρεογράφων που διακινούνται στην αγορά χρήματος είναι το Δημόσιο, οι τράπεζες, μεγάλες ασφαλιστικές εταιρίες και μεγάλες βιομηχανικές ή εμπορικές εταιρίες. Σκοπός αυτής της αγοράς είναι η άντληση κεφαλαίων από τους ενδιαφερόμενους φορείς με σκοπό τη χρηματοδότηση των αναγκών δημοσίων ή ιδιωτικών επιχειρήσεων.
Οι αγορές χρήματος μπορούν να διακριθούν σε εγχώριες και διεθνείς. Στις εγχώριες αγορές οι συναλλαγές γίνονται στο εγχώριο νόμισμα και κάτω από τον έλεγχο της εγχώριας κεντρικής τράπεζας και των εγχώριων ρυθμιστικών και κανονιστικών αρχών ενώ στις διεθνείς αγορές το πλαίσιο των συναλλαγών είναι διαφορετικό.
Σε γενικές γραμμές, τα προϊόντα της χρηματαγοράς θεωρούνται οι ασφαλέστερες επενδύσεις, καθώς προσφέρουν μια σταθερή και συνήθως εκ των προτέρων γνωστή απόδοση, ιδιαίτερα στις περιόδους που η αγορά χρήματος δεν παρουσιάζει σημαντικές μεταπτώσεις.
Σε διεθνές επίπεδο, τα σημαντικότερα προϊόντα της αγοράς αυτής είναι:
- Έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου (treasury bills)
- Συμφωνίες επαναγοράς (repos, repurchase agreements)
- Διαπραγματεύσιμα πιστοποιητικά καταθέσεων (negotiable certificates of deposits)
- Εμπορικά ομόλογα (commercial paper)
- ΕυρωΔολάρια (Eurodollars)
- LIBOR
Ρόλος των αγορών χρήματος και Κεφαλαίου
Ο ρόλος των αγορών κεφαλαίου και χρήματος είναι πολύ σημαντικός για την οικονομία καθώς:
• Συμβάλλουν στην προώθηση της ανάπτυξης των επιχειρήσεων, δημοσίων και ιδιωτικών, και κατ’ επέκταση της οικονομικής δραστηριότητας της χώρας.
• Βοηθούν την κάλυψη του ελλείμματος στον οικονομικό προϋπολογισμό με την έκδοση νέων κρατικών ομολογιών.
• Εξασφαλίζουν και βελτιώνουν την εμπορευσιμότητα των επενδύσεων σε μετοχικές αξίες και ομόλογα, συντελώντας στην ελκυστικότητα αυτής της κατηγορίας επενδύσεων.
• Διευρύνουν τον αριθμό των ιδιοκτητών των παραγωγικών μονάδων με προφανή κοινωνικό όφελος από την δικαιότερη κατανομή των κερδών που προέρχονται από την παραγωγική επιχειρηματική διαδικασία.
• Απαιτούν την εφαρμογή κανόνων διαφάνειας και ανταγωνισμού, την τήρηση των οποίων επιβλέπουν οι αρμόδιες αρχές.
• Παίζουν εξισορροπητικό ρόλο μεταξύ των οικονομικών μονάδων που έχουν βραχυπρόθεσμες ανάγκες σε ρευστά και σε οικονομικές μονάδες που έχουν ανάγκη να επενδύσουν βραχυπρόθεσμα τα πλεονασματικά ρευστά διαθέσιμα τους.
• Μπορούν με μικρό κόστος, ελάχιστη χρονική καθυστέρηση, και μικρές διακυμάνσεις των επιτοκίων, να απορροφήσουν πλεονάζοντα κεφάλαια και να τα προωθήσουν σε βραχυπρόθεσμο δανεισμό δημιουργώντας πλεονεκτήματα για τους συμμετέχοντες στην αγορά, και την οικονομία γενικότερα.
• Καθορίζουν μέσω της προσφοράς και ζήτησης για βραχυπρόθεσμα δανειακά κεφάλαια, την τιμή του χρήματος, δηλαδή το επιτόκιο.
• Οι οικονομικές μονάδες μπορούν μέσω της χρηματαγοράς να προσαρμόζουν συνεχώς τις θέσεις τους σε μετρητά, καταθέτοντας προσωρινά τα μετρητά τους στην αγορά χρήματος όταν έχουν υψηλά υπόλοιπα αλλά και να δανείζονται όταν τα μετρητά τους είναι προσωρινά πολύ λίγα.
• Μέσω της χρηματαγοράς η κυβέρνηση μπορεί να ασκήσει νομισματική πολιτική, δηλαδή να επηρεάσει την ποσότητα του χρήματος που κυκλοφορεί στην οικονομία.